From English - Modern Greek XDXF/FreeDict dictionary ver. 0.1.1: wary /wˈeəɹi/ προσεκτικός, προσεχτικός, επιφυλακτικός
wary /wˈeəɹi/
προσεκτικός, προσεχτικός, επιφυλακτικός