From English - Modern Greek XDXF/FreeDict dictionary ver. 0.1.1: veer /vˈiə/ αλλάζω, γυρίζω, αλλάζω κατεύθυνση
veer /vˈiə/
αλλάζω, γυρίζω, αλλάζω κατεύθυνση