From English - Modern Greek XDXF/FreeDict dictionary ver. 0.1.1: shape /ʃˈeɪp/ μορφώνω, σχήμα, διαμορφώνω, σχηματίζω
shape /ʃˈeɪp/
μορφώνω, σχήμα, διαμορφώνω, σχηματίζω