From English - Modern Greek XDXF/FreeDict dictionary ver. 0.1.1: rash /ɹˈaʃ/ εξάνθημα, απερίσκεπτος, παράτολμος
rash /ɹˈaʃ/
εξάνθημα, απερίσκεπτος, παράτολμος