From English - Modern Greek XDXF/FreeDict dictionary ver. 0.1.1: gear /ɡˈiə/ γρανάζια, εργαλεία, ταχύτητα, προσαρμόζω
gear /ɡˈiə/
γρανάζια, εργαλεία, ταχύτητα, προσαρμόζω