From English - Modern Greek XDXF/FreeDict dictionary ver. 0.1.1: cross /kɹˈɒs/ γέμισμα, σταυρός, πάω κόντρα, διασχίζω
cross /kɹˈɒs/
γέμισμα, σταυρός, πάω κόντρα, διασχίζω